Πρωθυπουργός: Υπάρχουν πολλά περιθώρια για την προσέλκυση περισσότερων αμερικανικών κεφαλαίων

Η ριζική αλλαγή της στάσης της διεθνούς επενδυτικής κοινότητας απέναντι στην Ελλάδα και η μετατροπή της χώρας σε ελκυστικό επενδυτικό προορισμό αποτελεί έναν από τους βασικούς στόχους της κυβέρνησης, τόνισε ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης σε συνέντευξη που παραχώρησε στο CNN, σημειώνοντας ότι υπάρχουν πολλά περιθώρια για την προσέλκυση περισσότερων αμερικανικών κεφαλαίων με τη μορφή ξένων επενδύσεων στην Ελλάδα.

«O νεοεκλεγείς Πρωθυπουργός της Ελλάδας νίκησε τη λαϊκιστική κυβέρνηση της χώρας του με μεγάλη διαφορά» είναι ο τίτλος της εκπομπής, στην οποία «ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας εξηγεί στον για ποιον λόγο οι Ελληνες γύρισαν την πλάτη τους στο λαϊκισμό».

Ο διεθνούς φήμης δημοσιογράφος και πολιτικός αναλυτής Φαρίντ Ζακαρία ζήτησε από τον Κ. Μητσοτάκη να δώσει τη δική του ερμηνεία για την κατάρρευση των ακροδεξιών λαϊκιστών της Χρυσής Αυγής στις εκλογές της 7ης Ιουλίου.

«Στη στρατηγική ότι οι πολίτες σε κάποιο χρονικό σημείο θα αναζητήσουν σοβαρές πολιτικές που θα οδηγούν σε αποτελέσματα κόντρα στον λαϊκισμό βασίστηκε η Ν.Δ.», ανέφερε ο Πρωθυπουργός και εκτίμησε πως κρίνοντας από τα αποτελέσματα η στρατηγική αυτή ήταν επιτυχημένη και οδήγησε στην επικράτηση της Ν.Δ. στις εκλογές. «Έγιναν πολλά λάθη κατά την εφαρμογή των προγραμμάτων λιτότητας στην Ελλάδα από τους Ευρωπαίους εταίρους μας». Συγχρόνως, όπως τόνισε, το να επιτίθεσαι αναιτιολόγητα στην Ευρώπη και να επιρρίπτεις όλες τις ευθύνες σε αυτή, συνιστά μεγάλη αδικία για το ευρωπαϊκό εγχείρημα. Υπογράμμισε ότι πλέον δεν υπάρχει αντιαμερικανικό κλίμα στην Ελλάδα, όπως στο παρελθόν, αναγνωρίζοντας πως «ένα από τα θετικά που έκανε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι δεν άλλαξε την πολιτική για τη στρατηγική συνεργασία με τις Ηνωμένες Πολιτείες».

Ο κ. Μητσοτάκης τόνισε πως «οι πολίτες είχαν πια κουραστεί από τις πολιτικές που υποδαύλιζαν τον θυμό, την οργή και τον εθνικισμό που δεν οδηγεί πουθενά. Και υπό μια έννοια, θα έλεγα ότι μετά το πείραμα του λαϊκισμού, το πολιτικό εκκρεμές πήγε προς την αντίθετη κατεύθυνση. Με αυτόν τον τρόπο καταφέραμε να νικήσουμε και την ακροδεξιά, προτάσσοντας μια ατζέντα που ήταν πατριωτική, αλλά σε καμία περίπτωση εθνικιστική… Οι πολίτες ψήφισαν περισσότερο με τη λογική παρά με το συναίσθημα. Θα έλεγα, όμως, και ότι η επιλογή τους τελικά ήταν μια αναμενόμενη αντίδραση, ύστερα από τέσσερα χρόνια διακυβέρνησης από μια πολύ ανίκανη κυβέρνηση».

Ολόκληρη η συνέντευξη του Πρωθυπουργού

Φαρίντ Ζακαρία: Ένα άρθρο γνώμης στην Washington Post έθετε το ερώτημα αν η Ελλάδα έχει βρει την κατάλληλη συνταγή για να νικήσει το λαϊκισμό. Είναι πιθανό ότι την έχει βρει. Γιατί βλέπουμε ότι μετά από πέντε χρόνια στην εξουσία, οι αριστεροί λαϊκιστές της Ελλάδας, το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ, υπέστη ξεκάθαρη ήττα στις εκλογές, στις αρχές αυτού του μήνα. Ο νικητής είναι ένας συνειδητοποιημένος πολέμιος του λαϊκισμού, πρώην στέλεχος τραπεζών, ο οποίος σπούδασε στο Harvard. Ονομάζεται Κυριάκος Μητσοτάκης. Τη Δευτέρα συμπληρώνονται μόλις δύο εβδομάδες από τότε που ανέλαβε τα καθήκοντά του. Ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας είναι μαζί μας σε μία αποκλειστική συνέντευξη. Συγχαρητήρια κ. Πρωθυπουργέ…

Κ. Μητσοτάκης: Σας ευχαριστώ πολύ.

Φ. Ζακαρία: Όταν αποφασίσατε να διεκδικήσετε την αρχηγία της Ν.Δ. και στη συνέχεια την πρωθυπουργία, βρεθήκατε αντιμέτωπος με μια κατάσταση στην οποία η Ελλάδα έδειχνε να έχει παραδοθεί στις δυνάμεις του λαϊκισμού, τόσο από τα αριστερά όσο και από τα δεξιά όπου βρισκόταν το ακροδεξιό κόμμα της Χρυσής Αυγής. Πως αξιολογήσατε τότε την κατάσταση και γιατί επιλέξατε τη στρατηγική που επιλέξατε;

Κ. Μητσοτάκης: Η στρατηγική μου ήταν ξεκάθαρη. Ήμουν πεπεισμένος, ότι δεν μπορείς να νικήσεις ποτέ τους λαϊκιστές παίζοντας το παιχνίδι τους. Έτσι, η εκτίμησή μου ήταν ότι σε κάποιο χρονικό σημείο, οι Έλληνες πολίτες θα αναζητήσουν σοβαρές πολιτικές που θα οδηγούν σε αποτελέσματα. Και αυτό ακριβώς δώσαμε ως επιλογή στους πολίτες. Και θα έλεγα -κρίνοντας από τα αποτελέσματα- ότι η στρατηγική μας ήταν επιτυχημένη.

Φ. Ζακαρία: Κερδίσατε τον ΣΥΡΙΖΑ και αυτό υπό μια έννοια είναι κατανοητό, καθώς οι πολίτες κουράστηκαν από το κόμμα που βρισκόταν στην εξουσία. Αλλά εκείνο που προκάλεσε ακόμη μεγαλύτερη εντύπωση στις πρόσφατες εκλογές ήταν η κατάρρευση των ακροδεξιών λαϊκιστών της Χρυσής Αυγής. Γιατί πιστεύετε ότι συνέβη;

Κ. Μητσοτάκης: Πιστεύω ότι μετά από δέκα χρόνια κρίσης, οι πολίτες είχαν πια κουραστεί από τις πολιτικές που υποδαύλιζαν τον θυμό, την οργή και τον εθνικισμό που δεν οδηγεί πουθενά. Και υπό μια έννοια, θα έλεγα ότι μετά το πείραμα του λαϊκισμού, το πολιτικό εκκρεμές πήγε προς την αντίθετη κατεύθυνση. Με αυτόν τον τρόπο καταφέραμε να νικήσουμε και την ακροδεξιά, προτάσσοντας μια ατζέντα που ήταν πατριωτική, αλλά σε καμία περίπτωση εθνικιστική. Εστιάσαμε στα προβλήματα που απασχολούν πραγματικά τους πολίτες. Ζητήματα που σχετίζονται με την φορολογία, την υπερφορολόγηση, την έλλειψη επενδύσεων, το πώς μπορούμε να δημιουργήσουμε νέες θέσεις εργασίας, και τελικά ζητήματα που σχετίζονται με την βελτίωση της αποτελεσματικότητας του δημόσιου τομέα. Έτσι, κατά μία έννοια, θα έλεγα ότι οι πολίτες ψήφισαν περισσότερο με τη λογική παρά με το συναίσθημα. Θα έλεγα, όμως, και ότι η επιλογή τους τελικά ήταν μια αναμενόμενη αντίδραση, ύστερα από τέσσερα χρόνια διακυβέρνησης από μια πολύ ανίκανη κυβέρνηση.

Φ. Ζακαρία: Είπατε πως αποφασίσατε ότι δεν έπρεπε να παίξετε το παιχνίδι των λαϊκιστών, ότι δεν θέλατε να υιοθετήσετε τη γλώσσα και τη θεματολογία με την οποία καταπιάνονται οι λαϊκιστές. Αλλά στις ΗΠΑ και την Ευρώπη υπάρχει μια συζήτηση, ότι τα κεντροδεξιά κόμματα πρέπει να αναγνωρίσουν (στην περίπτωσή των ΗΠΑ είναι οι ανησυχίες για τη μετανάστευση, καταλαβαίνω ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι μια ελαφρώς διαφορετική περίπτωση) ότι όντως υπάρχει αυτό το κύμα του λαϊκισμού, το οποίο σε μεγάλο μέρος του Δυτικού κόσμου, αφορά τη μετανάστευση. Eσείς, από την πλευρά σας προσπαθήσατε να επιδείξετε άκαμπτη στάση σε κάποιο εξ αυτών των ζητημάτων τα οποία έχουν τροφοδοτήσει την άνοδο του λαϊκισμού;

Κ. Μητσοτάκης: Πολλές από τις ανησυχίες των πολιτών που τροφοδοτούν τελικά την άνοδο του λαϊκισμού έχουν βάση και πρέπει να τις αναγνωρίσουμε. Συνήθως όμως οι απαντήσεις όσων στηρίζουν τον λαϊκισμό είναι οι λάθος απαντήσεις, είναι απλουστευτικές και δεν αντιμετωπίζουν τα προβλήματα. Στην Ελλάδα, είχαμε επίσης να αντιμετωπίσουμε μια σοβαρή μεταναστευτική κρίση το 2015, όταν πάνω από εκατομμύριο εκατομμύριο άνθρωποι ήρθαν στη χώρα μας και οι περισσότεροι κατέληξαν στη Δ. Ευρώπη. Βεβαίως το μεταναστευτικό είναι ένα ζήτημα το οποίο εξετάζουμε και έχουμε τις λύσεις. Έχουμε προτείνει πολύ λογικές λύσεις, βεβαίως πρέπει να προστατεύσουμε καλύτερα τα σύνορά μας, αλλά πρέπει, επίσης, να αλλάξουμε τους κανόνες για το άσυλο και να διασφαλίσουμε ότι χρησιμοποιούμε αποτελεσματικά την ευρωπαϊκή χρηματοδότηση.

Φ. Ζακαρία: Κύριε πρωθυπουργέ, ένα από τα αξιοσημείωτα χαρακτηριστικά του λαϊκισμού στην Ευρώπη ήταν οι επιθέσεις στην Ε.Ε. στα προγράμματα διάσωσης κλπ.. Το πρόγραμμα λιτότητας που εφαρμόστηκε στην Ελλάδα, δεν ήταν καθόλου δημοφιλές. Οι πολίτες σας έβλεπαν ως φιλο-ευρωπαϊστή; Σας έπληξε αυτό το γεγονός;

Κ. Μητσοτάκης: Είμαι ένθερμος Ευρωπαϊστής, αλλά ταυτόχρονα αναγνωρίζω ότι έγιναν πολλά λάθη κατά την εφαρμογή των προγραμμάτων λιτότητας στην Ελλάδα από τους Ευρωπαίους εταίρους μας. Συγχρόνως δε, πιστεύω ότι το να επιτίθεσαι αναιτιολόγητα στην Ευρώπη και να επιρρίπτεις όλες τις ευθύνες σε αυτή, συνιστά μεγάλη αδικία για το ευρωπαϊκό εγχείρημα. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι σε γενικές γραμμές η διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης υπήρξε πολύ επιτυχημένη. Και βεβαίως, σε ό,τι αφορά τη χώρα μου, επωφεληθήκαμε σημαντικά από τη συμμετοχή μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς και από τη συμμετοχή μας στην Ευρωζώνη. Υπάρχουν όντως κάποια πράγματα στην Ευρώπη τα οποία πρέπει να αλλάξουν. Αλλά το να επιτίθεται κανείς συνολικά στην Ευρώπη ή να μάχεται για τη διάλυση της Ευρώπης, χωρίς να βλέπει όσα έχουμε πετύχει, δεν ωφελεί σε τίποτα. Και σε ένα διασυνδεδεμένο κόσμο η Ευρώπη πρέπει να παραμένει ενωμένη, για να μπορεί να αντιμετωπίζει ισχυρότερους ανταγωνιστές.

Φ. Ζακαρία: Ένα από τα πράγματα που πάντα μου έκανε εντύπωση, είναι πως όταν εξετάζει κανείς την άποψη που έχουν οι Ευρωπαίοι για τις ΗΠΑ, η χώρα που συχνά εμφανιζόταν στις έρευνες να έχει το υψηλότερο ποσοστό αντιαμερικανισμού ήταν η Ελλάδα. Έχετε κατηγορηθεί ότι είστε φίλος της Αμερικής, καθώς έχετε σπουδάσει στο Harvard και έχετε θητεύσει στον τραπεζικό τομέα. Δεν σας έκανε ζημιά αυτό;

Κ. Μητσοτάκης: Πιστεύω ότι η στάση αυτή έχει αλλάξει. Έχετε δίκιο να επισημαίνετε ότι πριν από χρόνια η κοινή γνώμη της Ελλάδας ήταν αρκετά αντιαμερικανική. Δεν νομίζω ότι ισχύει αυτό πλέον. Ένα από τα θετικά που έκανε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι δεν άλλαξε την πολιτική για τη στρατηγική συνεργασία με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι σχέσεις Ελλάδας – Αμερικής βρίσκονται σε άριστη κατάσταση, σε καμία περίπτωση δεν λειτουργούν ανταγωνιστικά προς τη σχέση μας με την Ευρώπη και είναι μια σχέση που μπορεί να ενισχυθεί περαιτέρω. Όσον αφορά την προσωπική μου διαδρομή, είμαι πολύ περήφανος για αυτή και δεν θεωρώ ότι αποτελεί μειονέκτημα στην πολιτική μου σταδιοδρομία. Αλλά σίγουρα οι αντιλήψεις στην Ελλάδα έχουν αλλάξει και η ελληνική κοινή γνώμη δεν είναι σε καμία περίπτωση αντιαμερικανική, όπως ήταν ίσως πριν από είκοσι ή τριάντα χρόνια.

Φ. Ζακαρία: Πως θα χειριστείτε τις σχέσεις σας με τον Ντόναλντ Τραμπ; Ο κ. Τραμπ είναι αρκετά αντιδημοφιλής στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης.

Κ. Μητσοτάκης: Είχα την ευκαιρία να έχω μια σύντομη συνομιλία (με τον κ. Tραμπ), είχα μια πιο εκτεταμένη συζήτηση με τον αντιπρόεδρο Πενς και μια σύντομη συνομιλία με τον πρόεδρο Tραμπ, και εστιάζω στο βασικό θέμα που είναι ότι οι σχέσεις Ελλάδας-ΗΠΑ θεμελιώνονται σε πολύ σταθερές βάσεις. Υπό αυτή την έννοια, είμαι πρόθυμος να συνεργαστώ με τον πρόεδρο Τραμπ για να βελτιώσουμε περαιτέρω την ποιότητα της σχέσης μας. Kαι υπάρχουν πολλά ακόμα που μπορούμε να κάνουμε, ειδικά στο οικονομικό πεδίο. Όπως σας είπα, ένας από τους βασικούς μου στόχους είναι να αλλάξω ριζικά τη στάση της διεθνούς επενδυτικής κοινότητας απέναντι στην Ελλάδα και να μετατρέψω τη χώρα σε ελκυστικό επενδυτικό προορισμό. Υπάρχουν ασφαλώς πολλά περιθώρια για την προσέλκυση περισσότερων αμερικανικών κεφαλαίων με τη μορφή ξένων επενδύσεων στην Ελλάδα.

ViaDiplomacy Newsroom