Νέοι πληρώνουν για να αποκτήσουν την πολυπόθητη προϋπηρεσία
Η ετεροαπασχόληση θεωρείται μία από τις πιο αρνητικές επιπτώσεις της κρίσης, μετά την ανεργία. Πτυχιούχοι εργάζονται σε επαγγέλματα που δεν έχουν καμία συνάφεια με το αντικείμενο σπουδών τους, συνήθως σερβιτόροι και μπάρμαν, με αποτέλεσμα να μην αποκτούν καμία προϋπηρεσία, κύριο ζητούμενο από τους εργοδότες. Διότι δεν είναι μόνο η ανεργία, είναι και η ετεροαπασχόληση που δεν αφήνει περιθώρια για απόκτηση εργασιακής εμπειρίας. Ετσι, μερικοί κάνουν θυσίες προκειμένου να εισέλθουν στην αγορά εργασίας. Η «Κ» συνάντησε δύο νεαρές γυναίκες στη Βόρεια Ελλάδα, οι ιστορίες των οποίων καταδεικνύουν το μέγεθος του προβλήματος.
«Πληρώνω για να δουλεύω, το καταλαβαίνεις;» λέει η Ιωάννα Α. «Δεν υπήρχε άλλος τρόπος να ξεκινήσω. Εκανα οκτώ συνεντεύξεις από τότε που πήρα το πτυχίο και παντού μου έλεγαν ότι δεν μπορούν να με πάρουν διότι δεν είχα προϋπηρεσία. Μα πώς να έχω αν δεν με πάρει κάποιος, να κάνω την αρχή;». Η 24χρονη Ιωάννα αποφοίτησε το 2014 από τη σχολή Διοίκησης Επιχειρήσεων στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και από εκείνη τη στιγμή αναζητεί μια «κανονική» δουλειά ώστε να αποκτήσει προϋπηρεσία και να έχει προοπτική σταδιοδρομίας. Οπως εξηγεί, το μεταπτυχιακό δεν ήταν άμεση προτεραιότητά της αφού δεν είχε ακόμη καταλήξει σε συγκεκριμένο αντικείμενο εξειδίκευσης. Τα οικονομικά τής οικογένειας, της επέτρεπαν να είναι επιλεκτική στην αναζήτηση εργασίας. «Πριν από τρεις μήνες έστειλα βιογραφικό σε μια εταιρεία logistics, παρότι δεν υπήρχε αγγελία για υπάλληλο. Επειτα από μερικές μέρες με κάλεσαν για συνέντευξη. Η πρώτη εντύπωση ήταν θετική. Ωραίοι χώροι, ευγενικοί άνθρωποι, περίπου όπως το είχα φανταστεί».
Στη συζήτηση που ακολούθησε, οι απαντήσεις της Ιωάννας έδειξαν να ικανοποιούν τον υπεύθυνο προσωπικού, ωστόσο, όπως αφηγείται, εκείνος της περιέγραψε την άσχημη κατάσταση που επικρατεί στην αγορά, τις μεγάλες οφειλές προς την εταιρεία. «Εκείνη τη στιγμή ήμουν σχεδόν βέβαιη ότι θα λάμβανα την κλισέ απάντηση ότι θα με ειδοποιήσουν όταν ανοίξει κάποια θέση εργασίας». Κι όμως, η απάντηση του υπευθύνου αιφνιδίασε θετικά την Ιωάννα, αφού της είπε ότι πριν από λίγο καιρό είχε φύγει μια υπάλληλος του λογιστηρίου λόγω εγκυμοσύνης και ότι αν ήθελε θα μπορούσε να πάρει τη θέση της μέχρι να επιστρέψει. «Τότε σκέφτηκα: επιτέλους!» Ο ενθουσιασμός όμως γρήγορα χάθηκε και τη θέση του πήρε η έκπληξη.
«Πρέπει να σου πω όμως μια σημαντική λεπτομέρεια, πριν συμφωνήσουμε» είπε ο 38χρονος υπεύθυνος. «Πρώτον, δεν θα υπάρχει αμοιβή για ένα διάστημα (αόριστα) και ότι θα πρέπει εσύ να καλύψεις τις εισφορές». «Δηλαδή, εννοείτε να πληρώσω για να δουλέψω;», «Ναι», της απάντησε. Αυτή ήταν η ακριβής στιχομυθία. Σήμερα η Ιωάννα εξακολουθεί να εργάζεται στην ίδια εταιρεία αφού συμφώνησε σε αυτό που τις πρότειναν, έχοντας δώσει ήδη κάποια χρήματα. «Ειλικρινά δεν ξέρω μέχρι πότε θα μπορώ να το κάνω, αλλά δεν θα μπορεί κανείς πια να μου πει ότι δεν έχω εμπειρία».
Αλλο ένα περιστατικό
Η περίπτωση της 25χρονης Γρηγορίας Κ., δεν διαφέρει σε πολλά από την προηγούμενη. Από μικρή φανταζόταν τον εαυτό της δασκάλα και μπήκε από τους πρώτους το 2009 στο Παιδαγωγικό του ΑΠΘ. Μετά την αποφοίτησή της έκανε μεταπτυχιακό στην Ειδική Αγωγή και ένα χρόνο μετά άρχισε ο αγώνας να βρει δουλειά. «Στο τελευταίο έτος έκανα ιδιαίτερα σε δύο παιδιά, οι γονείς των οποίων εργάζονταν, αλλά όταν η μητέρα τους διέκοψε, σταμάτησε και για μένα η δουλειά, αλλά αυτό δεν μετρά πουθενά ως προϋπηρεσία».
Το 2014 αποφασίζει να δοκιμάσει την τύχη της σε κάποιο ιδιωτικό σχολείο αλλά η απάντηση ήταν αρνητική, αφού όπως της εξήγησαν ενδιαφέρονταν για εκπαιδευτικούς με εμπειρία. «Ετσι αποφάσισα να δουλέψω σε έναν σύλλογο σχετικό με το αντικείμενο του μεταπτυχιακού μου, μόνο που, όπως μου ξεκαθάρισαν, αδυνατούσαν να μου παρέχουν αμοιβή αντιπροτείνοντάς μου τη λύση, να πληρώνουμε από μισές τις εισφορές της απασχόλησης. Το δέχτηκα αφού το ποσό είναι σχετικά μικρό και μπορώ να αντεπεξέλθω».
Και οι δύο κοπέλες όπως αναφέρουν στην «Κ» δεν αισθάνονται άνετα με αυτήν την κατάσταση αλλά ήταν ο μόνος τρόπος να εισέλθουν στον χώρο εργασίας όπου επιθυμούν να σταδιοδρομήσουν, πιστεύοντας πως μακροπρόθεσμα θα δικαιωθούν από την επιλογή που έκαναν.