Ο ισλαμικός εξτρεμισμός επεκτείνεται στη Λατινική Αμερική – Οι κυβερνήσεις της υποβαθμίζουν την απειλή του

Την παρουσία του ισλαμικού εξτρεμισμού στη Λατινική Αμερική και την πολιτική των  κυβερνήσεων της περιοχής αναφορικά με την τρομοκρατία αναλύει το The Americas Report – project του αμερικάνικου think – tank Τhe Center for Security Policy. Το άρθρο με τίτλο «In Latin America, radical Islamic presence flourishes while key countries downplay the threat» καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η τρομοκρατία δεν αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά εξαιτίας ιδεολογικών αγκυλώσεων και λαϊκίστικών προσεγγίσεων.

Το άρθρο υποστηρίζει ότι δεν χρειάζεται να πάμε δύο δεκαετίες πίσω για να επισημάνουμε την πραγματική παρουσία του ισλαμικού εξτρεμισμού. Οι αρχές ασφαλείας του Περού μόλις πρόσφατα απέτρεψαν ένα τρομοκρατικό χτύπημα εναντίων εβραϊκών και ισραηλινών στόχων. Ο δράστης εκτιμάται ότι ήταν ένα Λιβανέζος μέλος της Χεζμπολάχ. Λέγεται ότι σχεδίαζε να πραγματοποιήσει χτύπημα σε δημοφιλή μέρη όπου συγκεντρώνονται ισραηλινοί τουρίστες εναντίον της ισραηλινής πρεσβείας στη Λίμα και οργανώσεων της περουβιανής εβραϊκής κοινότητας.

Η σύλληψή του που έγινε από τις αρχές του Περού στις αρχές Νοεμβρίου 2014 είχε αποκαλυπτικά αποτελέσματα για το δίκτυο των συνεργατών του. Η βραζιλιάνικη αστυνομία εντόπισε στοιχεία που αποκαλύπτουν ότι οι λιβανέζοι που φέρονται να είναι μέλη της Χεζμπολάχ έχουν βοηθήσει τη βραζιλιάνικη συμμορία First Capital Command (PCC) να αποκτήσει όπλα. Η Χεζμπολάχ σύμφωνα με τις αρχές βοήθησε τη PCC να αποκτήσει πρόσβαση σε λαθρεμπόρους όπλων. Οι άνθρωποι της Χεζμπολάχ έχουν αναπτύξει δραστηριότητα στη συνοριακή περιοχή όπου συναντιούνται τα σύνορα Βραζιλίας, Παραγουάης και Αργεντινής.

Οι διασυνδέσεις του οργανωμένου εγκλήματος με τρομοκρατικές ομάδες αποτελούν πρόβλημα και για τη Λατινική Αμερική καθώς έχουν στόχο να προωθήσουν τις παράνομες δραστηριότητές τους. Το πρόβλημα δεν περιορίζεται μόνο στο γεγονός ότι οι τρομοκρατικές ομάδες, οι συμμορίες και τα καρτέλ συνεργάζονται αλλά ότι οι εγκληματίες και οι φυλακές αποτελούν πηγές στρατολόγησης για μελλοντικούς τρομοκράτες.

Η Βραζιλία έχει αρνηθεί ότι υπάρχει τρομοκρατική δραστηριότητα στη χώρα παρά το γεγονός ότι η Χεζμπολάχ διαθέτει πυρήνες και ότι ακόμα υπάρχουν και κάποιοι ισλαμιστές της Αλ- Κάιντα.  Η Βραζιλία κυβερνάται από το 2003 από το αριστερό Κόμμα Εργατών (Workers’ Party) και αυτό οι αντιτρομοκρατικές δραστηριότητες σχετίζονται με τη στρατιωτική δικτατορία της Βραζιλίας που υπήρχε στα μέσα της δεκαετίας του 1960 και 70 και διεξήγαγε σκληρό πόλεμο ενάντια στους τοπικούς αντάρτες και σε ακτιβιστικές οργανώσεις διαφωνούντων. Δεδομένου ότι ο πόλεμος επέφερε σημαντικές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την απώλεια ανθρώπινων ζωών, η Βραζιλία αντιλαμβάνεται τον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας ως κάτι αρνητικό.

H κυβέρνηση της Βραζιλίας δεν θεωρεί τη Χαμας, τη Χεζμπολάχ ή ακόμη και τις κολομβιανές Revolutionary Armed Forces of Colombia (FARC) ως τρομοκρατικές οντότητες. Με την ίδια λογική, ένας ύποπτος για σχέσεις με την Αλ Κάιντα απελευθερώθηκε από ένα βραζιλιάνος δικαστής.

Το άρθρο επισημαίνει ότι η κυβέρνηση του Κόμματος των Εργατών  υπό την πρόεδρο Ντίλμα Ρούσεφ σκέφτηκε μια κακοσχεδιασμένη νομοθεσία για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας στον απόηχο των μαζικών αντικυβερνητικών διαδηλώσεων που έγιναν το καλοκαίρι του 2013. Το debate ήταν εξαιρετικά αμφιλεγόμενο. Το Βραζιλιάνικο αντιτρομοκρατικό νομοσχέδιο στόχευε τον έλεγχο των αναταραχών, κυρίως καθώς πλησίαζε το Παγκόσμιο Κύπελλο. Το νομοσχέδιο στόχευε στο κοινωνικό έλεγχο και δεν είχε να κάνει με την τρομοκρατία. Η απειλή της τρομοκρατίας χρησιμοποιήθηκε με κυνικό τρόπο.

Το νομοσχέδιο ορίζει την τρομοκρατία πολύ αόριστα όπως «προκαλώντας ή εμποτίζοντας γενικευμένα την τρομοκρατία ή τον πανικό μέσω αδικήματος ή την απόπειρα επίθεσης κατά της ζωής, της σωματικής ακεραιότητας, της υγείας ή τη στέρηση της ελευθερίας ενός ατόμου». Ο γενικός αυτός ορισμός θα μπορούσε να ποινικοποιήσει πολύ εύκολα τις κοινωνικές διαμαρτυρίες και άλλες ενέργειες οι οποίες είναι σημαντικά πολύ πιο κάτω από κάθε πράξη τρομοκρατίας.

Παράλληλα το άρθρο αναφέρεται και στην Αργεντινή εκφέροντας την άποψη ότι η πρόεδρος της χώρας Κριστίνα Κίρσνερ προσπάθησε να εφαρμόσει την αντιτρομοκρατική νομοθεσία εναντίον αμερικανικών επενδυτικών κεφαλαίων προκάλεσαν το χρέος στην Αργεντινή.

Εάν ξεριζωθεί το εξτρεμιστικό Ισλάμ από την Ευρώπη είναι πιθανό οι τρομοκράτες να μετατοπίσουν τις δραστηριότητές τους σε άλλες περιοχές όπου δεν θα κινδυνεύουν τόσο πολύ και θα μπορούν να διεξάγουν επιθέσεις κατά των δυτικών στόχων. Η ουδετερότητα που επιδεικνύουν κράτη της Λατινικής Αμερικής προς την ισλαμική τρομοκρατία, αναφέρει το άρθρο, κάνει την περιοχή μία από τις πιο πιθανές τοποθεσίες επιλογής των ισλαμιστών εξτρεμιστών όπου ήδη έχουν αναπτύξει παρουσία.

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Μπάρακ Ομπάμα πρέπει να υιοθετήσει μια ρεαλιστική παγκόσμια στρατηγική για τον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας. Οι χώρες της Λατινικής Αμερικής, δεν πρέπει να παραμεληθούν σε καμία περίπτωση. Η Λατινική Αμερική των περιφερειακών μπλοκ φέρει ευθύνη για την προστασία του κάθε πολίτη της και των θεσμών. Το άρθρο του The Americas Report καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η κυνική και χειραγωγημένη τάση των κρατών της Λατινικής Αμερικής απέναντι στην τρομοκρατία πρέπει να αμφισβητηθεί και αυτό είναι προς το συμφέρον της Αμερικής.

Συγγραφέας: Γιώργος Ξ. Πρωτόπαπας

Γιώργος Ξ. Πρωτόπαπας

Δημοσιογράφος - Αναλυτής διεθνών θεμάτων και γεωπολιτικής στο μηναίο περιοδικό Άμυνα & Διπλωματία.