Τα λάθη στους εξοπλισμούς έφεραν τους Ρώσους προ των πυλών της βάσης βρετανικών υποβρυχίων – Δίδαγμα και για την Ελλάδα

Τα λάθη του πρόσφατου παρελθόντος πληρώνουν οι Βρετανικές Ένοπλες Δυνάμεις αφού σύμφωνα με δημοσιεύματα του συνόλου του βρετανικού τύπου πριν από ένα μήνα η κυβέρνηση της χώρας χρειάστηκε να ζητήσει τη βοήθεια από τέσσερις χώρες μέλη του ΝΑΤΟ για τον εντοπισμό άγνωστης ταυτότητας υποβρυχίου στις δυτικές ακτές της Σκωτίας.

Πιο συγκεκριμένα στα τέλη Νοεμβρίου με αρχές Δεκεμβρίου ένα περισκόπια υποβρυχίου εντοπίστηκε από το Βασιλικό Ναυτικό στα νερά της θάλασσας της Ιρλανδίας μερικά μίλια από την βάση HMNB Clyde των πυρηνοκίνητων υποβρυχίων του Βασιλικού Ναυτικού στο Faslane της Σκωτίας δυτικά της Γλασκώβης.

Η θαλάσσια περιοχή που εντοπίστηκε το άγνωστης ταυτότητας υποβρύχιο αποτελεί το σημείο που τα βρετανικά υποβρύχια αναδύονται και ετοιμάζονται να εισέλθουν στον κόλπο Firth of Forth όπου βρίσκεται η μεγαλύτερη βάση υποβρυχίων του Βασιλικού Ναυτικού στην οποία ναυλοχούν τα πυρηνοκίνητα υποβρύχια βαλλιστικών πυραύλων τύπου Vanguard. Αναμφίβολα το συγκεκριμένο περιστατικό αποτελεί ένα από τα πλέον πρωτοφανή στην ιστορία του Βασιλικού Ναυτικού αφού το ρωσικό κατά πάσα πιθανότητα υποβρύχιο κατάφερε να κάνει τον περίπλου της Σκωτίας να εισχωρήσει στην θάλασσα της Ιρλανδίας και να πλησιάσει σε μικρή απόσταση από τις ακτές στον κόλπο Firth of Forth ουσιαστικά περιτριγυρισμένο από νήσους και ακτές του Ηνωμένου Βασιλείου.

Η συγκεκριμένη αποστολή ήταν εξαιρετικά επικίνδυνη σαφώς μεγαλύτερης δυσκολίας από ανάλογες επιχειρήσεις που έχουν καταγραφεί στη Βαλτική θάλασσα από ρωσικά υποβρύχια και στη θάλασσα Barents από τα αμερικανικά υποβρύχια.
Αυτό όμως που αποδείχτηκε από την διείσδυση του αγνώστου υποβρυχίου στον κόλπο Firth of Forth είναι η πλήρη αδυναμία της Βρετανίας να εντοπίσει έγκαιρα το ύποπτο σκάφος το οποίο έφτασε σε μικρή απόσταση από την σημαντικότερη βάση υποβρυχίων της χώρας αλλά και η μετέπειτα έλλειψη κατάλληλων μέσων για την ανεύρεση του.

Σύμφωνα με τα βρετανικά ΜΜΕ η απουσία αεροσκαφών ναυτικής συνεργασίας από το οπλοστάσιο της Βασιλικής Αεροπορίας ανάγκασε το Λονδίνο να απευθυνθεί σε τέσσερις διαφορετικές χώρες μέλη του ΝΑΤΟ οι οποίες έστειλαν πέντε αεροσκάφη αυτού του τύπου στην Βρετανία για τον εντοπισμό του υποβρυχίου.

Όσο και αν ακούγεται απίστευτο μία νησιωτική χώρα σαν τη Βρετανία δεν διαθέτει αεροσκάφη ναυτικής συνεργασίας μετά από απόφαση της κυβέρνησης της χώρας να ακυρώσει το 2010 το πρόγραμμα Nimrod MRA4 το οποίο ξεκίνησε το 1996 και περιελάμβανε την ανακατασκευή και εκσυγχρονισμό αρχικά 21 αεροσκαφών Nimrod MR2 στο επίπεδο MRA4. Τελικά λόγω τεχνικών προβλημάτων και υπέρβασης κόστους και χρονοδιαγράμματος σε συνδυασμό με τους περιορισμούς στις δαπάνες του βρετανικού κράτους το πρόγραμμα ακυρώθηκε αφήνοντας τη Βασιλική Αεροπορία χωρίς αεροσκάφη ναυτικής συνεργασίας.
Η απόφαση για την αγορά του αντικαταστάτη του Nimrod MRA4 πρόκειται να ληφθεί το 2015 αλλά από ότι φαίνεται οι εξελίξεις πρόλαβαν το σχεδιασμό της βρετανικής κυβέρνησης, η οποία αναγκάστηκε να ζητήσει τη βοήθεια συμμαχικών χωρών για την κάλυψη του κενού που άφησε πίσω της η ακύρωση του προγράμματος.

Όπως φαίνεται το κενό αυτό διέγνωσαν σωστά οι Ρώσοι σύμφωνα με τις μέχρι σήμερα εκτιμήσεις και αποπειράθηκαν να εκμεταλλευτούν αυτή την κατάσταση προσπαθώντας να συλλέξουν πληροφορίες για τα βρετανικά υποβρύχια βαλλιστικών πυραύλων δοκιμάζοντας παράλληλα τις δυνατότητες του βρετανικού συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης και εντοπισμού υποβρυχίων.

Παράδειγμα αδυναμιας

Το συγκεκριμένο περιστατικό αποτελεί ένα κλασικό παράδειγμα αδυναμίας του πολιτικού συστήματος μίας χώρας να αντιληφθεί τη διαφορετικότητα των αμυντικών εξοπλισμών αφού από την έναρξη μέχρι την υλοποίηση ενός μεγάλου εξοπλιστικού προγράμματος απαιτούνται τουλάχιστον 5-7 χρόνια. Τα σημαντικά οπλικά συστήματα όπως τα αεροσκάφη ναυτικής συνεργασίας δεν είναι ένα ακόμη προϊόν που ο καθένας μπορεί να τα αγοράσει από το “ράφι”. Πρόκειται για σύνθετα προγράμματα που απαιτούν σχεδιασμό, χρήματα, υπομονή και μεγάλο χρονικό διάστημα υλοποίησης.

Ακόμη και εάν η Βρετανία αποφασίσει να αγοράσει νέα αεροσκάφη ναυτικής συνεργασίας και τα επιλέξει το 2015 όπως προέβλεπε ο σχεδιασμός του βρετανικού υπουργείου Άμυνας τα αεροσκάφη αυτά δεν είναι διαθέσιμα πριν από το 2020. Η συνέχεια στα εξοπλιστικά προγράμματα είναι θεμελιώδης αρχή την οποία πληρώνει και η Ελλάδα η οποία εδω και 5 χρόνια δεν διαθέτει επίσης αεροσκάφη ναυτικής συνεργασίας λόγω της απόσυρσης από την ενεργό υπηρεσία των 5 P-3B Orion που διαθέτει το Πολεμικό Ναυτικό παρά το γεγονός ότι τα τουρκικά υποβρύχια επιχειρούν στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο σε περιοχές ζωτικής σημασίας για τον ελληνισμό.

Το παρήγορο είναι ότι τουλάχιστον δύο αεροσκάφη θα ενεργοποιηθούν ξανά σύντομα, επιτρέποντας στο Πολεμικό Ναυτικό να αποκτήσει τη στοιχειώδη δυνατότητα επιτήρησης και εντοπισμού υποβρυχίων έως ότου υλοποιηθεί το φιλόδοξο πρόγραμμα εκσυγχρονισμού των 5+1 P-3B Orion στο οποίο η ελληνική συμμετοχή θα φτάσει το 30% του συνολικού κόστους του έργου.
Δυστυχώς οι βιαστικές κινήσεις και στη Βρετανία και στην Ελλάδα είχαν σαν αποτέλεσμα την απώλεια σημαντικών επιχειρησιακών δυνατοτήτων σε ένα τομέα ιδιαίτερα κρίσιμο για την εθνική άμυνα των δύο χωρών την οποία στην περίπτωση της Βρετανίας τουλάχιστον απλό όσα γνωρίζουμε έτρεξαν να εκμεταλλευτούν όπως φαίνεται οι Ρώσοι.

Συγγραφέας: Γιώργος Τσιμπούκης

Στρατηγικός Αναλυτής με μεγάλη εμπειρία στην ανάλυση αμυντικών συστημάτων και θεμάτων ασφάλειας. Αναλυτής – Συντάκτης σε εξειδικευμένα περιοδικά Άμυνας και Ασφαλείας.