Τί επεδίωκε και τί πέτυχε ο Αλέξης Τσίπρας στη Μόσχα

Κατώτερα των προσδοκιών ήταν τα αποτελέσματα της συνάντησης του Έλληνα πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπα με τον πρόεδρο της Ρωσίας Βλαδίμηρου Πούτιν αφού σχεδόν σε κανένα από τα θέματα της ατζέντας που συζητήθηκαν δεν υπήρξε κάποιο ξεκάθαρο αποτέλεσμα ή γραπτή συμφωνία.

Αντιθέτως επικράτησαν οι διπλωματικές φιλοφρονήσεις μεταξύ δύο ηγετών που συναντιόνταν για πρώτη φορά και οι εκφράσεις κατανόησης για τα ελληνικά προβλήματα από την εφαρμογή του ρωσικού εμπάργκο στα ελληνικά αγροτικά προϊόντα.

Από την άλλη πλευρά η γενικόλογη συζήτηση για τον υπό διαπραγμάτευσης μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας νέου αγωγού φυσικού αερίου και τα οφέλη που θα μπορούσε να έχει η Ελλάδα από ένα έργο το μέλλον του οποίο είναι ακόμη αβέβαιο επιβεβαιώνει την ανυπαρξία ουσιαστικής και καλά προετοιμασμένης ατζέντας συζητήσεων μεταξύ των δύο ηγετών.

Στην πραγματικότητα η κενότητα του κοινού ανακοινωθέντος και η απουσία σε αυτό σημαντικών ουσιαστικών και δεσμευτικών συμφωνιών οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η πολυδιαφημισμένη συνάντηση του Έλληνα πρωθυπουργού με τον πρόεδρο της Ρωσίας έγινε για άλλο λόγο διαφορετικό από αυτό που οι περισσότεροι προσδοκούσαν.

Οι τέσσερις στόχοι της ατζέντας του Αλέξη Τσίπρα

Πιο αναλυτικά, μετά από μέρες φημολογίας ότι η Ελλάδα ενδεχομένως να ζητήσει οικονομική βοήθεια από τη Ρωσία ο ίδιος ο πρόεδρος της χώρας κατά την διάρκεια της κοινής συνέντευξης τύπου ξεκαθάρισε ότι η Ελλάδα δεν ζήτησε χρήματα από την Ρωσία. Αυτό φυσικά θα ήταν δύσκολο να πραγματοποιηθεί ούτως ή άλλως για δύο λόγους.

Πρώτον ο πρόεδρος Πούτιν είναι ένας ρεαλιστής της διπλωματίας και γνωρίζει ότι η Ελλάδα ανήκει στην Δύση ως χώρα μέλος της ΕΕ, οπότε μια πιθανή οικονομική βοήθεια της Ρωσίας προς την Ελλάδα θα ήταν ως η Μόσχα να ήθελε να διεμβολίσει την ΕΕ και να δημιουργήσει ένα Δούρειο Ίππο μέσα στην Ένωση όπως πολλοί δυτικοί αναλυτές έχουν χαρακτηρίσει στο παρελθόν την Ελλάδα.

Η χώρα μας είχε αποπειραθεί στο παρελθόν επί πρωθυπουργίας Κώστα Καραμανλή να προσεγγίσει γεωπολιτικά και ενεργειακά τη Ρωσία προκαλώντας την έντονη αντίδραση της Δύσης με οδυνηρές κατά ορισμένους αναλυτές συνέπειες για την Ελλάδα.

Ο δεύτερος λόγος για τον οποίο η Ρωσία δεν επιθυμεί να παράσχει οικονομική βοήθεια προς την Ελλάδα έχει να κάνει με την οικονομική κατάσταση της χώρας η οποία τον περασμένο χρόνο δέχτηκε μια μεγάλης κλίμακας επίθεση στο εθνικό της νόμισμα το οποίο υποτιμήθηκε κατά σχεδόν 50%

Επιπλέον τα συναλλαγματικά της αποθέματα την 1η Απριλίου φτάνουν τα 356 δισεκατομμύρια δολάρια από 600 δις δολάρια που ήταν το 2008 και πάνω από 150 δισεκατομμύρια δολάρια βρίσκονται διασκορπισμένα μεταξύ αποθεματικών των fund πετρελαίου της χώρας, το Εθνικό Αποθεματικό Ταμείο και το Εθνικό Ταμείο Πρόνοιας.

Τα χρήματα αυτά αποτελούν το «σωσίβιο» της ρωσικής οικονομίας σε μια παρατεταμένη οικονομική ύφεση όπως αυτή που αντιμετωπίζει σήμερα η Μόσχα αφού η πτώση των τιμών του πετρελαίου έχει στερήσει από τα ρωσικά ταμεία έσοδα εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων.

Επομένως μια πιθανή χρηματοδότηση της Ελλάδας από τα ρωσικά ταμεία φαντάζει μάλλον όνειρο απατηλό. Από την άλλη πλευρά ακόμη και η υπόθεση της άρσης του ρωσικού εμπάργκο στα ελληνικά αγροτικά προϊόντα δεν είχε το επιθυμητό αποτέλεσμα για την Αθήνα αφού όπως σημείωσε ο πρόεδρος Πούτιν δεν μπορούν να γίνου εξαιρέσεις για μια μόνο χώρα.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις το κόστος του ρωσικού εμπάργκο στα ελληνικά αγροτικά προϊόντα έφτασε το 2014 περίπου τα 50 εκατ. ευρώ αφού το 2013 οι συνολικές εξαγωγές ελληνικών αγροτικών προϊόντων στην Ρωσία έφτασαν σε αξία τα 125 εκατ. ευρώ και το 2014 μειώθηκαν στα 76 εκατ. ευρώ λόγω του εμπάργκο.

Ως λύση στο ζήτημα των συνεπειών του ρωσικού εμπάργκο στα ελληνικά αγροτικά προϊόντα παρουσιάστηκε από τον Ρώσο πρόεδρο η ιδέα για την ίδρυση κοινών ελληνορωσικών εταιρειών εμπορίας αγροτικών προϊόντων χωρίς όμως να υπάρχει μέχρι σήμερα κάποια επίσημη πρόταση δέσμευση για το ζήτημα αυτό.

Στο τρίτο ζήτημα που ενδιέφερε την Ελλάδα δηλαδή την συμμετοχή της Ρωσίας στις αποκρατικοποιήσεις ο πρόεδρος Πούτιν εξέφρασε ανοικτά το ενδιαφέρον της χώρας του για το ελληνικό πρόγραμμα δίνοντας έμφαση στους τομείς της ενέργειας και των υποδομών.

Υπενθυμίζεται ότι στο πρόσφατο παρελθόν οι Ρώσοι ενδιαφέρθηκαν για την αποκρατικοποίηση των ΔΕΠΑ και ΔΕΣΦΑ χωρίς όμως αποτέλεσμα λόγω κυρίως των εμποδίων που έθεσε η ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού.

Για αυτό το λόγο ο πρόεδρος Πούτιν σημείωσε ότι σε περίπτωση που ρωσικές εταιρείες συμμετέχουν στο ελληνικό πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων θα επιθυμούσε να έχουν την ίδια μεταχείριση όπως και οι υπόλοιποι υποψήφιοι.

Το τέταρτο όμως ζήτημα που προβλήθηκε περισσότερο από τα υπόλοιπα αφορά την κατασκευή του ελληνικού αγωγού φυσικού αερίου όπως αποκαλέστηκε από το πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα. Πρόκειται στην πραγματικότητα για την επέκταση του υπο διαπραγμάτευση αγωγού φυσικού αερίου Turkish Stream ο οποίος θα αντικαταστήσει τον επίσης σχεδιαζόμενο αγωγό South Stream ο οποίος ακυρώθηκε πρόσφατα.

Ο Turkish Stream χωρητικότητας 63 δις κυβικών μέτρων το χρόνο σχεδιάζεται να τροφοδοτήσει την αγορά της Τουρκίας με 14 δις κυβικά μέτρα φυσικό αέριο και μέσω Ελλάδας την Ευρώπη.

Αντικειμενικός στόχος των Ρώσων είναι η πλήρη αντικατάσταση του υπάρχοντος δικτύου αγωγών που διασχίζει την Ουκρανία και τροφοδοτεί την Ευρώπη με ρωσικό φυσικό αέριο με τον νέο αγωγό μέσω Τουρκίας.

Όμως σύμφωνα με την ιστοσελίδα EU Observer ο ρωσικός αγωγός δεν είναι βιώσιμος διότι στην πραγματικότητα υπαγορεύει στη Δύση την κατασκευή νέων αγωγών που θα συνδεθούν με την κατάληξη του Turkish Stream στο ευρωπαϊκό έδαφος της Τουρκίας.

Μια τέτοια πρόταση σημαίνει ότι οι ευρωπαϊκές χώρες που τροφοδοτούνται από τη Ρωσία μέσω Ουκρανίας θα πρέπει να επενδύσουν δισεκατομμύρια ευρώ για την ολοκληρωτική αλλαγή του προσανατολισμού των δικτύων ανεφοδιασμού τους αφού όπως αναφέρουν οι Ρώσοι το υπάρχων δίκτυο των αγωγών που διασχίζει την Ουκρανία θα πάψει να λειτουργία μετά την ολοκλήρωση της κατασκευής του Turkish Stream το 2019.

Όπως γίνεται αντιληπτό ο εν λόγω αγωγός αν και προτάθηκε στην Τουρκία για πρώτη φορά από τον πρόεδρο Πούτιν την 1η Δεκεμβρίου του 2014 δεν έχει καταφέρει να προσελκύσει πελάτες πέραν της Τουρκίας και της Ελλάδας σύμφωνα με τον Έλληνα πρωθυπουργό.

Πρόκειται δηλαδή για ένα τεράστιο έργο μια σημαντική επένδυση χωρίς όμως επαρκή αριθμό πελατών. Επομένως οποιαδήποτε συζήτηση για τον αγωγό αυτό μάλλον πρώιμη είναι αφού κανένα σοβαρό κράτος δεν θα δαπανούσε δισεκατομμύρια ευρώ για μια επένδυση χωρίς αντίκρισμα.

Όσον αφορά την πολυδιαφημισμένη πληροφορία περί προκαταβολής των τελών διέλευσης του αγωγού από το ελληνικό έδαφος και τα δισεκατομμύρια που η Ελλάδα θα κερδίσει μέχρι το 2019 όταν θα ξεκινήσει η λειτουργία του αγωγού μάλλον προβληματισμό θα πρέπει να προκαλέσει αφού όπως αναφέρθηκε ο South Stream είναι ένα αγωγός ακόμη στα χαρτιά, υπό διαπραγμάτευση που δεν έχει κατασκευαστεί και μπορεί τελικά και να μην κατασκευαστεί λόγω ανυπαρξίας πελατών.

Επιπλέον όπως ανέφερε ο πρόεδρος Πούτιν, η Ρωσία θα διερευνήσει την δυνατότητα προκαταβολής των κερδών του αγωγού στην Ελλάδα και αποπληρωμής από την έναρξη λειτουργίας του αγωγού και έπειτα.

Συμπερασματικά ακόμη και αν τελικά ο αγωγός Turkish Stream κατασκευαστεί και η προέκταση του στην Ελλάδα γίνει πραγματικότητα δεν είναι σίγουρο ότι η Ελλάδα θα λάβει τα δισεκατομμύρια που ήδη κάποιοι αναλυτές υπολογίζουν ότι της αναλογούν.

Γιατί επισκέφτηκε την Μόσχα ο Τσίπρας τελικά

Επομένως αφού ουσιαστικά κανένα από τα βασικά θέματα των συζητήσεων του Έλληνα πρωθυπουργού με το Ρώσο Πρόεδρο δεν είχε θετική κατάληξη για την Ελλάδα κάτι που προφανώς ήταν γνωστό από τα ταξίδια προετοιμασίας που είχαν κάνει νωρίτερα στην Μόσχα οι συνεργάτες του Αλέξη Τσίπρα τότε για ποιο λόγο ο Έλληνας πρωθυπουργός επισκέφτηκε την Μόσχα.

Η μόνη λογική εξήγηση για την πραγματοποίηση αυτού του ταξιδιού πέρα από το εθιμοτυπικό της μέρος είναι η βούληση του Έλληνα πρωθυπουργού να στείλει ένα μήνυμα προς την ΕΕ ότι η Ελλάδα μπορεί να βρει και αλλού συμμαχίες.

Ότι η Ελλάδα δεν διατηρεί στενές ιστορικές σχέσεις με τη Δύση αλλά και με τη Μόσχα και πως η Ρωσία εάν χρειαστεί θα βοηθήσει την χώρα μας σε μια κρίσιμη στιγμή.

Όμως όπως αποδείχτηκε από την στάση του συνομιλητή του στην Μόσχα, αυτές είναι οι εκτιμήσεις του Αλέξη Τσίπρα και όχι η πραγματικότητα που αντιμετώπισε στη Κρεμλίνο, διότι η ρωσική ηγεσία βασίζεται πάνω από όλα στον γεωπολιτικό ρεαλισμό.

Ο πρόεδρος Πούτιν είναι πραγματιστής και έχει ήδη ανοικτά μέτωπα με την Δύση με την οποία δεν επιθυμεί να συγκρουστεί άμεσα, αφού οι δυτικές αγορές είναι από τους καλύτερους πελάτες του ρωσικού φυσικού αερίου και πετρελαίου.

Ο Πούτιν θέλει να καταστήσει τη Ρωσία ξανά μεγάλη Ευρωπαϊκή δύναμη και να αντιμετωπίζεται από τη Δύση με σεβασμό και κατανόηση των θέσεων της.

Η Ρωσία δεν επιδιώκει μια ρεβανσιστική εδαφική πολιτική στην Ευρώπη, αλλά την προστασία των Ρωσικών πληθυσμών που ζούν στο Εγγύς Εξωτερικό (Near Abroad) και την δημιουργία μια περιφερειακής ζώνης από φιλικά προς αυτή κράτη που θα εγγυώνται ότι δεν θα υπάρξει απειλή για την ενδοχώρα της.

Παράλληλα επιδιώκει την εγκαθίδρυση φιλικών σχέσεων με αδέσμευτες περιφερειακές χώρες στις οποίες αναζητεί φιλικές διευκολύνσεις για το Ναυτικό και την Αεροπορία της ώστε να μπορεί να επιδεικνύει την παρουσία της ως μεγάλη στρατιωτική δύναμη διαρκώς.

Επομένως οποιαδήποτε σκέψη ότι η Ρωσία θα μπορούσε να παρέμβει στα εσωτερικά της ΕΕ μέσω της Ελλάδας είναι μάλλον άστοχη αφού η χώρα μας ανήκει στο στενό πυρήνα του δυτικού οικονομικού και στρατιωτικού συστήματος ένα άβατο που η Ρωσία δεν θα ήθελε να παραβιάσει.

Αντιθέτως χώρες που δεν διατηρούν δεσμούς με δυτικούς θεσμούς και οργανισμούς όπως η Σερβία, η Λευκορωσία, το Καζακστάν, η Μολδαβία και η Αρμενία, αποτελούν μέρος της μακροχρόνιας στρατηγικής της Μόσχας για την δημιουργία του δικούς της συστήματος ασφαλείας και οικονομικής συνεργασίας.

Με απλά λόγια το ταξίδι του Έλληνα πρωθυπουργού στην Μόσχα ξεκίνησε με στόχο την δημιουργία εντυπώσεων στη Δύση αποσκοπώντας στην ενδυνάμωση της ελληνικής διαπραγματευτικής θέσης και κατέληξε στην αντιμετώπιση πρόσωπο με πρόσωπο της ρωσικής ρεαλιστικής προσέγγισης του γεωπολιτικού οικοδομήματος στην Ευρώπη που η Μόσχα σέβεται απόλυτα.

Συγγραφέας: Γιώργος Τσιμπούκης

Στρατηγικός Αναλυτής με μεγάλη εμπειρία στην ανάλυση αμυντικών συστημάτων και θεμάτων ασφάλειας. Αναλυτής – Συντάκτης σε εξειδικευμένα περιοδικά Άμυνας και Ασφαλείας.