Ευρωπαίοι Τζιχαντιστές μάχονται στη Συρία

Σε διεθνή «ιερό πόλεμο» εξελίσσεται ο εμφύλιος της Συρίας καθώς μουσουλμάνοι από όλο τον κόσμο ενώνονται με τις ισλαμιστικές αντιπολιτευτικές δυνάμεις, συμπεριλαμβάνων και ευρωπαίων μαχητών που ενδεχόμενη επιστροφή στις χώρες καταγωγής τους θα αποτελέσει μια τρομοκρατική απειλή για την ευρωπαϊκή ήπειρο. Οι βρετανικές υπηρεσίες πληροφοριών, σύμφωνα με τη RussiaToday, γνωρίζουν oτι μουσουλμάνοι πολίτες της Βρετανίας μάχονται στη Συρία και εκτιμούν ότι μπορεί χρησιμοποιήσουν τη στρατιωτική τους εμπειρία για να προκαλέσουν χάος όταν γυρίσουν πίσω στα σπίτια τους. Η προέλευση των ευρωπαίων μουσουλμάνων που συμμετέχουν στη Τζιχάντ (ιερό πόλεμο) της Συρίας έχει γίνει αντικείμενο έρευνας από τα διεθνή μέσα μαζικής ενημέρωσης (ΜΜΕ). Η εφημερίδα LeFigaro υπολογίζει ότι 50- 80 άτομα έφυγαν από τη Γάλλια, το περιοδικό DerSpiegelαναφέρει για «δώδεκα» γερμανούς, η εφημερίδα Jyllands-Postenκάνει λόγο για 45 Δανούς και ακόμα υπάρχουν ενδείξεις και για περίπου 100 Ολλανδούς μουσουλμάνους.

Μια πρώτη πλήρη εκτίμηση για το πώς πολλοί ευρωπαίοι μουσουλμάνοι έχουν ενωθεί με τους σύριους αντάρτες δίνει το βρετανικό The International Center for the Study of Radicalization (ICSR) καθώς σύμφωνα με τα στοιχεία του υπολογίζονται ότι 135 με 350 άτομα έχουν προχωρήσει στη Συρία από τις αρχές του 2011, αντιπροσωπεύοντας το 7-11% του συνολικού αριθμού των ξένων μαχητών. Η εκτίμηση του ICSR προκύπτει από τη μελέτη περισσότερων από 450 πηγών που προέρχονται από δυτικά και αραβικά ΜΜΕ καθώς και από ανακοινώσεις που έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες εξτρεμιστών ισλαμιστών. Ωστόσο πρέπει να επισημανθεί ότι δεν μπορεί να γίνει μια ακριβή απογραφή των ξένων μαχητών εφόσον οι διαθέσιμες κρατικές πηγές είναι ατελείς. Τα δεδομένα έχουν αναλυθεί με βάση τρεις διαφορετικές προσεγγίσεις: (α) το συνολικό αριθμό τους ή από χώρα σε χώρα, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που είναι εν ζωή, έχουν σκοτωθεί ή συλληφθεί ή επέστρεψαν σπίτια τους (β) την τωρινή παρουσία των ξένων μαχητών (Μάρτιος 2013) και (γ) τους αριθμούς που επιβεβαιώνουν ότι σκοτώθηκαν όταν πολεμούσαν με ομάδες εξτρεμιστών ισλαμιστών.
Οι ξένοι μαχητές εμφανίζονται από τα διεθνή ΜΜΕ είτε ως τρομοκράτες ή είτε ότι έχουν σχέσεις με την Αλ-Γκάιντ, μια εικόνα όμως που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Το βασικό κίνητρο της εμπλοκή τους είναι οι θηριωδίες του καθεστώτος της Δαμασκού εναντίον του άμαχου πληθυσμού και των αντιφρονούντων καθώς και η στήριξη που προσφέρουν στις ισλαμικές αντάρτικες δυνάμεις δυτικές και αραβικές χώρες. Ωστόσο σε πολλές περιπτώσεις οι ευρωπαίοι ξένοι μαχητές ενστερνίζονται πλήρως το δόγμα του ιερού πολέμου και την εξτρεμιστική ερμηνεία του Ισλάμ όταν μάχονται στο πλευρό σκληροπυρηνικών σύριων ισλαμιστών ανταρτών. Η σύγκρουση της Συρίας έχει γίνει πόλος έλξης μουσουλμάνων από όλο τον κόσμο και μπορεί να συγκριθεί με την περίπτωση του Ιράκ στη δεκαετία του 2000, με τη Βοσνία του ‘90 και με το Αφγανιστάν του ’80.

Η συμμετοχή των ευρωπαίων μαχητών στις τάξεις των ισλαμικών αντιπολιτευτικών δυνάμεων της Συρίας έχει προκαλέσει ανησυχίες στις ευρωπαϊκές αρχές ασφαλείας που φοβούνται την επιστροφή τους. Ο υπουργός Εξωτερικών της Βρετανίας Γουίλιαμ Χαγκ έχει προειδοποιήσει ότι οι τζιχαντιστές μαχητές που έχουν αποκτήσει εμπειρία στη χρήση όπλων και εκρηκτικών στον πόλεμο της Συρίας μπορούν να γυρίσουν πίσω στη Ευρώπη και να διεξάγουν τρομοκρατικές επιθέσεις. Παράλληλα αναλυτές εκτιμούν ότι κάποιοι νεαροί βρετανοί μουσουλμάνοι θεωρούνται ήδη βετεράνοι στη Συρία καθώς έχουν πολεμήσει στη Λιβύη εναντίον του συνταγματάρχη Μουαμάρ Καντάφι.

Οι ευρωπαϊκές χώρες μετά τις επιθέσεις της 9/11 έλαβαν μέτρα για να αποβάλλουν ή να εκδώσουν πολλούς από τους μουσουλμάνους ιεροκήρυκες της Τζιχάντ. Όμως αυτοί έχουν σύμφωνα με το αμερικάνικο ινστιτούτο Στρατηγικών Προβλέψεων αντικατασταθεί από μια δεύτερη γενιά εξτρεμιστών μουσουλμάνων θεολόγων σε μια περίοδο που η δυσαρέσκεια των μουσουλμανικών πληθυσμών μεγάλωνε. Ένας μεγάλος αριθμός ισλαμιστών φονταμενταλιστών παρακολουθεί μαθήματα στα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια και διάφορα περιστατικά (απαγόρευση της μπούρκα στη Γαλλία και αντι-ισλαμική ρητορική των πολιτικών) ενισχύουν το επιχείρημα των εξτρεμιστών ότι το Ισλάμ δέχεται επίθεση από τους ευρωπαίους και τους εξυπηρετεί στο να στρατολογήσουν νέα άτομα.

Οι στρατολόγοι εντοπίζουν τα κατάλληλα άτομα μέσα σε τζαμιά, γυμναστήρια και στις πανεπιστημιακές ισλαμικές ενώσεις. Οι νεοσύλλεκτοι απομονώνονται από τον κοινωνικό περίγυρό τους και η κατήχηση της ερμηνείας του ριζοσπαστικού Ισλάμ αρχίζει με διδασκαλία είτε ατομικά είτε με μικρές ομάδες. Η φύση της απειλής των εξτρεμιστών ισλαμιστών θεωρείται κάπως διαφορετική στην Ευρώπη σε σύγκριση με εκείνη στις ΗΠΑ και οφείλεται στις διαφορές που παρουσιάζουν οι μουσουλμανικές τους κοινότητες. Στις ΗΠΑ όπου η μουσουλμανική κοινότητα είναι πιο ενσωματωμένη και λιγότερο απομονωμένη μέσα στην περιοχή της, οι σχεδιαστές των τρομοκρατικών χτυπημάτων τείνουν να είναι πιο φιλόδοξοι και μπορούν να συλληφθούν καθώς αναζητούν βοήθεια από άτομα τα οποία είναι μυστικοί πράκτορες του FBI ή πληροφοριοδότες της αστυνομίας. Στην Ευρώπη η κατάσταση δείχνει διαφορετική εξαιτίας της απομόνωσης των μουσουλμανικών πληθυσμών στα γκέτο τους και για αυτό είναι πιο εύκολο για τους εξτρεμιστές ισλαμιστές να βρουν συνωμότες οι οποίοι δεν είναι πληροφοριοδότες της αστυνομίας. Οι τρομοκρατικές ομάδες μπορεί να αποτελούν και μέρος μιας μεγαλύτερης ισλαμικής φονταμενταλιστικής κοινότητας που να έχει φίλους και συγγενείς που έχουν εμπλακεί σε τρομοκρατικές συνομωσίες ή έχουν ταξιδέψει στο εξωτερικό για πολεμήσουν εναντίον των «απίστων».

Ο εμφύλιος της Συρίας αποτελεί ένα παράδειγμα για το πώς η Δύση δημιουργεί ασυμβίβαστες πολιτικές που ευνοούν την ανάπτυξη του ισλαμικού φονταμενταλισμού. Ευρωπαϊκές δυνάμεις πιέζουν για την ενίσχυση των σύριων ισλαμιστών ανταρτών αδιαφορώντας για το αν ο εξοπλισμός θα πέσει και στα χέρια εξτρεμιστών ισλαμιστών (συμπεριλαμβανομένων και ευρωπαίων μουσουλμάνων) και την ίδια στιγμή αδυνατούν να ενσωματώσουν τους μουσουλμανικές τους κοινότητες οδηγώντας τες προς την περιθωριοποίηση.

Συγγραφέας: Γιώργος Ξ. Πρωτόπαπας

Γιώργος Ξ. Πρωτόπαπας

Δημοσιογράφος - Αναλυτής διεθνών θεμάτων και γεωπολιτικής στο μηναίο περιοδικό Άμυνα & Διπλωματία.